ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ
Διδασκαλίσσης Μ. ΤΥΦΟΡΙΔΟΥ
(1966)



online επισκέπτες



Θεραπευτική: Η θεραπεία των διαφόρων ασθενειών γινόταν από άνδρες ή γυναίκες, οι οποίοι εθεωρούντο γνώσται της θεραπείας. Γνωστές δε ασθένειες τότε, ήσαν περίπου οι εξής:
1) Ελονοσία (θηρμασιά):
Έδιναν στον άρρωστο κινίνο σκόνη, που το έλεγαν (σουλφάτου) και το έπινε μέσα σε λίγο νερό. Επίσης κοπάνιζαν πικραγγουριές και με το ζουμί αυτό του άλειφαν όλο το σώμα.
2) Κοιλόπονος:
Εδώ του έδιναν να πιή ούζο (ρακί) ή ζέσταιναν κοπριά βοδιού ή αγελάδας (βουϊνιά) και την έβαζαν στην κοιλιά ως κατάπλασμα. Η του έβαζαν πίτουρα ζεστά με αλάτι, ή του έκαναν ένα γερό μασάζ με λάδι (τον έτριβαν) και πόλλες φορές εδώ τελείωνε. Ή του έβαζαν για βεντούζα ένα τσουκάλι στον ομφαλό, ή κύπελλο.
3) Βασκανία (μάτιασμα):
Εδώ έκαναν πολλά φάρμακα. Πρώτο και πρόχειρο ήταν: Εκείνος που νόμιζαν ότι έφερε τη βασκανία, έφτυνε τρεις φορές τον άρρωστο στο στόμα. Έπειτα τον έπλυναν τρεις φορές ανάποδα, δηλ., άρχιζαν από το σαγώνι προς το μέτωπο, ή έφτυναν τρεις φορές το μεγάλο δάκτυλο και το περνούσαν από το μέτωπο του αρρώστου. Επίσης τον κάπνιζαν με λουλούδια από τον επιτάφιο, ή πήγαιναν και εύρισκαν καλαμάκια, που έφερναν οι χατζήδες (αυτοί που πήγαν στους αγίους τόπους) και τον σταύρωναν τρεις φορές. Επίσης έφερναν μαζί τους και ένα χόρτο που κλείνει και ανοίγει σαν καλάμι, αυτό το έλεγαν χέρι της Παναγίας. Το έβαζαν μέσα σε ένα ποτήρι με νερό κι αυτό άνοιγε. Επίστευαν δε ότι, όσο πιο πολύ άνοιγε, τόσο πιο πολύ ήταν ματιασμένος. Το νερό αυτό το έδιναν και το έπινε ο άρρωστος. Στο τέλος κατέφευγαν στο διάβασμα εκ μέρους του παπά.
4) Κεφαλόπονος:
Στον κεφαλόπονο, όταν ήταν δυνατός, έπιαναν ένα βάτραχο κι’ έτσι, ζωντανό τον έσχιζαν στη μέση και τον τοποθετούσαν στην κορυφή του αρρώστου. Η ακόμη έκοβαν φέτες πατάτας και έβαζαν καφέ επάνω στις φέτες, έπειτα τις τοποθετούσαν εμπρός στο μέτωπο και στους κροτάφους. Τις έδιναν δε με μια πετσέτα σφικτά, ώσπου ο άρρωστος ο άρρωστος αισθανόταν το σφήξιμο. Επίστευαν ότι το ζουμί της πατάτας θεραπεύει τον κεφαλόπονο.
5) Άνθραξ (νταλάκι):
Τον άνθρακα τον εθεράπευαν με το βιτριόλι (ζάτς). Σ’ ένα ξυλάκι ή σπίρτο τύλιγαν λίγο-λίγο βαμβάκι στην άκρη και το βουτούσαν στο ζάτς. Αμέσως δε έκαιγαν το σπιρτάκι που σχηματιζόταν. Αυτό ήταν το μοναδικό φάρμακο και πολύ αποτελεσματικό.
6) Καλαγκάθι (θηριάγκαθο):
Αγκάθι του θηρίου. Επίσης κι αυτό το θεράπευαν με βάτραχο κατά τον παραπάνω τρόπο. Ακόμη, έβαζαν πέτσα χονδρή από το βραστό αυγό. Καθώς και κρέας προβάτου, με ζάχαρη ή κουτσουλιά κόττας και μάλιστα κίτρινη.
7) Πονόματος:
Έβραζαν αυγά σφικτά, τα έκοβαν φέτες και χλιαρά τα τοποθετούσαν επάνω στα μάτια, καθώς και σταγόνες από γάλα της μητέρας. Επίσης, το κριθαράκι του ματιού το θεράπευαν δίνοντας στον πάσχοντα επάνω στο μάτι που είχε το σπυράκι αυτό, ένα μπάτσο χωρίς να ξέρη.
8) Φόβος:
Όταν κανένας είχε φοβηθή, πρώτο φάρμακο ήταν να ουρήση, έπειτα, αν δεν του περνούσε τρία πρωϊνά, πρίν από την ανατολή του ηλίου έδεναν τον άρρωστο από τα πόδια μ’ ένα γερό σχοινί και σιγά-σιγά τον ανέβαζαν, ώστε να βρεθή κρεμασμένος. Τότε τρεις φορές τον κουνούσαν στο άνοιγμα της πόρτας, η οποία ήταν ανοιχτή και κατόπιν τον έλυναν και τον πότιζαν (χαραζά). Αυτό είναι ένα είδος ασβέστης, που σπάνια βρίσκεται, σε ξεχωριστή σακκουλίτσα, μέσα στη χολή του βοδιού. Το φυλάγουν δε οι κρεοπώλες για φάρμακο στην περίπτωση αυτή.
9) Ερισίπελας (ντουμούμπασι = αρχηγός των γουρουνιών):
Αυτό το θεράπευαν με το φοβέρισμα. Έκαιγαν τόσο πολύ το φτυάρι, ώστε να κοκκινίση, κι έτσι πυρωμένο το πλησίαζαν στο πονεμένο μέρος τρεις φορές, που το κρατούσαν αρκετή ώρα.
10) Πόνος των αυτιών:
Για την παύσι του πόνου μεταχειρίζονταν το ποντικόλαδο ή το λίπος από λαγό (λαγάλμα). Όταν κανείς τυχαίως εύρισκε μικρά ποντίκια, που μόλις είχαν γεννηθή, τα έπαιρνε και τα έβαζε μέσα σ’ ένα δοχείο με λάδι. Τα άφινε μέσα σ’ αυτό σφραγισμένα καλά, έως ότου λυώσουν. Κάπου-κάπου, ανατάραζε το δοχείο ώσπου να διαλυθούν τελείως. Αυτό έπειτα το έβαζαν σταγόνα-σταγόνα στο αυτί. Επίσης έρριχναν στο αυτί σταγόνες από το πάχος λαγού.
11) Καλόγεροι (βουζούνια-χουλκά):
Αυτά τα θεράπευαν με ψωμί. Μασούσαν ψίχα ψωμιού και την ζύμωναν με ζάχαρι και αυγό. Το τοποθετούσαν επάνω στον καλόγερο και έσπαζε αυτός με τη ζάχαρι. Επίσης έβαζαν μαλακτικά καταπλάσματα από κρεμύδι – μολόχες – λιναρόσπορο, ή έψηναν κρεμύδι, που μέσα σ’ ένα του τσόφλι έβαζαν λάδι και σαπούνι. Αυτό έβραζε και χλιαρό το τοποθετούσαν επάνω στο φούσκισμα.
12) Βαρύ κρυολόγημα (πόντια):
Στην περίπτωση αυτή, τον άρρωστο, αφού έβαζαν βεντούζες και σιναπισμό, τον οποίον είχαν πρόχειρο για κάθε αρρώστεια, και τον έβαζαν πότε σκέτο και πότε με πηλό, κατόπι τον τύλιγαν με μια μάλλινη κουβέρτα και τον έβαζαν σε χλιαρό φούρνο, που ψήνουν ψωμί, για να ιδρώση και να βγη το κρύωμα.
13) Ίκτερος:
Την αρρώστεια αυτή την ξεχώριζαν σε βαρειά μορή που την έλεγαν (καράσαράλκ) και το ελαφράς απλώς μορφής (σαράλκ). Το πρώτο, το εθεράπευαν με το κόψιμο που έκαναν στην κορυφή, λίγο επάνω από το μέτωπο, που το έλεγαν (αχαμνό). Εθεωρείτο δε το μέρος αυτό πολύ ευαίσθητο· γι΄αυτό το έκαναν σπάνια στα μικρά παιδιά. Σ’ αυτά έκαιγαν ένα ξυλάκι από βασιλικό και με το καρβουνάκι αναμμένο το έκαιγαν κάτω από την επάνω γνάθο.
14) Κάψιμο:
Στο κάψιμο, το πρώτο πρόχειρο φάρμακο ήταν τα ούρα. Αμέσως έπρεπε να ουρήση στο σημείο εκείνο ή να δεν ήταν δυνατό, να πλύνη αυτό αμέσως με ζεστά ούρα. Επίσης, το θεράπευαν πάλι με τη φωτιά, πλησιάζοντας το καμμένο μέρος στη φωτιά, όσο ήταν δυνατόν, διότι είχαν υπ’ όψιν τους την τουρκική παροιμία «τσιβί-τσιβί, τσικάρ» και την Ελληνική όμοια, «πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται». Η έβαζαν επάνω πολύ αλάτι και το έψηνε, αυτό όμως πονούσε πάρα πολύ, γι’ αυτό φρόντιζαν στα μικρά παιδιά να το αποφύγουν.
15) Κόψιμο του σώματος:
Αν τύχαινε κανείς να κόψη το χέρι του ή να τρυπήση το κεφάλι του, τη στιγμή τοποθετούσαν ή καπνό (τιουτιούν) ή καπνιά από το τζάκι, ή έκοβαν μια βέργα από μουριά. Έβαζαν την επάνω φλούδα και έξυναν από την βέργα την άσπρη φλούδα. Τα ξύσματα αυτά τα έβαζαν στην πληγή και την έδεναν σφικτά ώσπου ξεραίνονταν μόνο του.
16) Τσίμπημα οχιάς:
Αν ήταν δυνατόν, εδώ έψαχναν και εύρισκαν την οχιά, έπαιρναν το κεφάλι της και το πολτοπιούσαν (στούμπιζαν) και το τοποθετούσαν στην πληγή. Η ο ίδιος ή άλλος, έσφιγγε όσο το δυνατόν σφικτότερα από το επάνω μέρος της πληγής με ένα σχοινί, ή άλλο τι και κατόπι ρουφούσε την πληγή για να βγάλη το δηλητήριο, το οποίο έφτυνε. Τούτο γινόταν χωρίς να εξετάση αν είχε καμμιά πληγή στο στόμα του ή κούφια δόντια. 17) Αλλεργία:
Όταν κανείς παρουσίαζε φαινόμενα αλλεργίες, έλεγαν «δεν είναι τίποτα, συ πηρπάτση μπουμπλιάτσκα» ένα μαμουδάκι. Και αμέσως άλειφαν το μέρος εκείνο ελαφρά με αλατόνερο.
18) Σπασμοί:
Κατά τους σπασμούς όλοι σταυροκοπιούνταν, διότι επίστευαν ότι κάποιο ξωτικό χτύπησε τον άρρωστο. Γι’ αυτό έλεγαν «τουν χτύπση κακός αέρας». Ξόρκιζαν το κακό χτυπώντας ένα μεγάλο καρφί στον τόπο που έπαθε αυτό, και επάνω πασπάλιζαν ζάχαρι για ναναι γλυκειά η εξέλιξης της αρρώστειας, να μην έχη δηλ. σοβαρές συνέπειες.
Και άλλες πολλές ασθένειες τις εθεράπευαν άνδρες ή γυναίκες που θεωρούνται ειδικοί, όπως την εξάρθρωση, το σπάσιμο, πονόλαιμο = μπουναζλαμά και άλλες.
Εν’ Σουφλίω τη 4η Ιανουαρίου 1966.